Μαστιγίας ἔγχαλκος, ἀφόρητον κακόν → Pecuniosus verbero, malum maximum → Ein reicher Taugenichts, wie unerträglich schlimm
χαλινός, βυρσίνη, τελαμών, μάσθλης, κειρία, ἱμάς