совместно
From LSJ
Sophocles, Antigone, 523
Russian > Greek
σύναμα, συνάμα, συνεσκευασμένως, κοινῶς, σύμμιγα, συμπαρατηρέω, συνεπωθέω, συγκαταθέω, συμμανθάνω, συμπαρακύπτω, ἀ-, κοινῇ
σύναμα, συνάμα, συνεσκευασμένως, κοινῶς, σύμμιγα, συμπαρατηρέω, συνεπωθέω, συγκαταθέω, συμμανθάνω, συμπαρακύπτω, ἀ-, κοινῇ