утешение
From LSJ
ποντίων τε κυμάτων άνήριθμον γέλασμα, παμμῆτόρ τε γῆ (Aeschylus' Prometheus Bound l. 90) → O infinite laughter of the waves of ocean, O universal mother Earth
Russian > Greek
ὀφθαλμός, κούφισμα, κούφισις, παραψυχή, παράκλησις, θαλπωρή, παραίφασις, παρηγόρημα, παρηγορία, παραμυθία, παραμύθιον