ἀκοντίας
Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
English (LSJ)
-ου, ὁ, (ἄκων)
A quick-darting serpent (cf. ἀκοντίλος), Nic. Th.491, Philum.Ven.26, Luc.Dips.3.
II meteor, in plural, Plin. HN2.89.
III a plant, Hsch., EM50.53.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ
• Alolema(s): ἀκοντιάς Hsch.
• Prosodia: [ᾰ-]
1 zool., cierta culebra, Zamenis gemonensis o bien serpiente dardo, Eryx iaculus Nic.Th.491, Philum.Ven.26 tít., Luc.Dips.3.
2 bot., n. de una hierba que cura a los perros de la mordedura de serpientes, Hsch., EM α 682.
3 cometa Lyd.Ost.10a
•plu. meteoro Plin.HN 2.89.
German (Pape)
[Seite 77] ὁ, eine Schlangenart, iaculus, die schnell zufährt, Luc. Dips. 3; Ther. 491; Ael. N. A. 6, 18.
Russian (Dvoretsky)
ἀκοντίας: ου ὁ зоол. аконтий (род змеи, стремительно бросающейся на свою жертву) Luc.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκοντίας: -ου, ὁ, (ἄκων) εἶδος ὄφεως ταχέως ἀναπηδῶντος, Λατ. jaculus, κοινῶς «σαγίττα», Νικ. Θ. 491., Γαλην., Λουκ. ΙΙ. μετέωρον, τὸ πλεῖστον κατὰ πληθυντ. Πλιν. Φυσ. Ἱστ. 2. 23.
Greek Monolingual
ἀκοντίας, ο (Α) ἄκων Ι]
1. είδος ερπετού, που κατά την κίνηση του εξακοντίζεται απότομα προς τα εμπρός
2. στον πληθ. κομήτες.