ἀλεαντικός

From LSJ

εἰ μὲν θάνατόν τε φυγὼν καὶ γῆρας ἀπεχθόμενον ἔστι τοι τούτων λάχος → if you wish to escape death and hated old age you can have this lot

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλεαντικός Medium diacritics: ἀλεαντικός Low diacritics: αλεαντικός Capitals: ΑΛΕΑΝΤΙΚΟΣ
Transliteration A: aleantikós Transliteration B: aleantikos Transliteration C: aleantikos Beta Code: a)leantiko/s

English (LSJ)

ἀλεαντική, ἀλεαντικόν, fit for warming, S.E.P.3.179.

Spanish (DGE)

-ή, -όν adecuado para producir calor πῦρ S.E.P.3.179.

German (Pape)

[Seite 91] erwärmend, Sext. Emp.

Russian (Dvoretsky)

ἀλεαντικός: согревающий, греющий (πῦρ Sext.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀλεαντικός: -ή, -όν, = κατάλληλος πρὸς θέρμανσιν, Σέξτ. Ἐμπ. ΙΙ. 3. 179.

Greek Monolingual

ἀλεαντικός, -ή, -όν (Α) ἀλεαίνω
προικισμένος με θερμαντική δύναμη, θερμαντικός.