ἀλθίσκον

From LSJ

τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλθίσκον Medium diacritics: ἀλθίσκον Low diacritics: αλθίσκον Capitals: ΑΛΘΙΣΚΟΝ
Transliteration A: althískon Transliteration B: althiskon Transliteration C: althiskon Beta Code: a)lqi/skon

English (LSJ)

τό, = ἀλθαία, Ps.-Dsc.3.146.

Spanish (DGE)

-ου, τό bot. malvavisco, Althaea officinalis Ps.Dsc.3.146.

Greek Monolingual

ἀλθίσκον, το και ἀθλίσκος, ο (Α)
μικρή αλθαία.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του ουσ. ἀλθαία
ο σχηματισμός της λ. κατά το συνώνυμο ἰβίσκος].