ἀνεκπληξία
From LSJ
ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?
English (LSJ)
ἡ, imperturbability, Pl.Def.412c.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ impasibilidad Pl.Def.412c.
German (Pape)
[Seite 221] ἡ, Unerschrockenheit, Plat. Def. 412 a.
Russian (Dvoretsky)
ἀνεκπληξία: ἡ неустрашимость Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνεκπληξία: ἡ, τὸ ἀτρόμητον, ἡ ἀφοβία, Πλάτ. Ὅροι 412C.
Greek Monolingual
ἀνεκπληξία, η (Α)
αφοβία, αταραξία, ψυχραιμία.