ἀνεμοφόρητος
ἀναγκαίως δ' ἔχει βίον θερίζειν ὥστε κάρπιμον στάχυν, καὶ τὸν μὲν εἶναι, τὸν δὲ μή → But it is our inevitable lot to harvest life like a fruitful crop, for one of us to live, one not. (Euripides, Hypsipyle fr. 60.94ff.)
English (LSJ)
ἀνεμοφόρητον, carried by the wind, of rumours, Cic.Att.13.37.4; of delicate vessels, Luc.Lex.7; dub. sens. in Sammelb.4324.8 (-φόρετος),14.
Spanish (DGE)
-ον
que se lo lleva el viento, vano de rumores, Cic.Att.346.4
•ligero ποτήρια Luc.Lex.7, cf. Apio ad Hom.68.
German (Pape)
[Seite 223] vom Winde weggeführt, Cic. Att. 13, 37; Luc. Lexiph. 7.
Russian (Dvoretsky)
ἀνεμοφόρητος: (у)носимый ветром Luc., Cic.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνεμοφόρητος: -ον, ὁ ὑπὸ τῶν ἀνέμων φορηθείς, παρασυρθεὶς ἢ διασκορπισθείς, Κικ. π. Ἀττ. 13.37, Λουκ. Λεξ. 7.
Greek Monolingual
ἀνεμοφόρητος, -ον (AM)
εκείνος που παρασύρεται από τον άνεμο, που τον μετακινεί ο άνεμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άνεμος + -φορητός < φορώ, θαμιστικό του φέρω (πρβλ. αποφόρητος, διαφόρητος, κ.ά.)].
Léxico de magia
-ον llevado por el viento πάντας Ἑσιῆτας καὶ τοὺς ἀγάμους καὶ ἀνεμοφορήτους ἀφιᾶσι dejan sueltos a todos los deificados, a los que han muerto sin casarse y a los arrastrados por el viento P XV 8 διορκίζω ὑμᾶς δαίμονας κατὰ ... ἀνεμοφορήτων os conjuro a vosotros, démones, por los arrastrados por el viento P XV 14