ἀντίκτυπος

From LSJ

Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?

Source

German (Pape)

[Seite 254] wiederhallend, Nonn.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui renvoie le bruit, retentissant.
Étymologie: ἀντί, κτυπέω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίκτῠπος: -ον, ὁ ἀντηχῶν, χέων ἀντίκτυπον ὁμφήν, διάφ. γραφ. ἀντὶ χέων ἀρίδηλον ἰωὴν Νόνν. μετάφρ. Εὐαγγ. κ. Ἰω. η΄, 70.

Spanish (DGE)

(ἀντίκτῠπος) -ον
resonante ἠχώ Nonn.D.18.203, cf. 17.228, ὀμφή Nonn.Par.Eu.Io.8.39.

Greek Monolingual

ο κ. αντίχτυπος (Α ἀντίκτυπος -ον)
νεοελλ.
1. αντήχηση κτύπου
2. απήχηση, ανακλώμενο αποτέλεσμα, συνέπεια
αρχ.
αυτός που αντηχεί.