ἀπαλλότριος

From LSJ

ἄδικον ἦν πλοῦτον ἔχειν παρὰ νόμον → it is unjust to have money against the law

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπαλλότριος Medium diacritics: ἀπαλλότριος Low diacritics: απαλλότριος Capitals: ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΟΣ
Transliteration A: apallótrios Transliteration B: apallotrios Transliteration C: apallotrios Beta Code: a)pallo/trios

English (LSJ)

α, ον, given over to strangers, πολιτεῖαι D.S.11.76.

Spanish (DGE)

-α, -ον introducido por extranjeros πολιτεῖαι D.S.11.76.

German (Pape)

[Seite 277] πολιτεία, die verlorene Verfassung, D. Sic. 11, 76, l. d.

Russian (Dvoretsky)

ἀπαλλότριος: доставшийся другим (πολιτεία Diod.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαλλότριος: -α, -ον, ὁ ἀπαλλοτριωθείς, ὁ δοθείς εἰς ξένους Διόδ. 11. 76.

Greek Monolingual

ἀπαλλότριος, -ον (Α)
αυτός που απαλλοτριώθηκε, που περιήλθε στην κυριαρχία άλλου.