Μεστὸν κακῶν πέφυκε φορτίον γυνή → Mulier malorum plena semper sarcina est → Die Frau ist eine Last, mit Leiden vollgepackt
dor. c. ἡδεῖα sg. fém;c. ἡδέα pl. neutre de ἡδύς.
ἁδέα: Δωρ. ἀντὶ τοῦ ἡδεῖα, καὶ ἐπίσης ἀντὶ τοῦ ἡδύν, ἴδε ἐν λέξ. ἡδύς.
ἁδέα: дор.1 f sing. к ἡδύς;2 pl. n к ἡδύς.