ἄρνα

From LSJ

Λάλει τὰ μέτρια, μὴ λάλει δ', ἃ μή σε δεῖModestus sermo, et qualis deceat, sit tuus → Sprich maßvoll, spricht nicht aus, was unanständig ist

Menander, Monostichoi, 328
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἄρνα Medium diacritics: ἄρνα Low diacritics: άρνα Capitals: ΑΡΝΑ
Transliteration A: árna Transliteration B: arna Transliteration C: arna Beta Code: a)/rna

English (LSJ)

acc. sg., dual ἄρνε, pl. ἄρνες; v. ἀρήν.

Spanish (DGE)

v. ἀρήν.

French (Bailly abrégé)

v. ἀρήν.

Greek Monolingual

και άρνη, η
η λησμονιά, η λήθη («της άρνας το νερό» — πρβλ. «λήθης ὕδωρ»)
2. ο Άδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. άρνα < (ρ.) αρνούμαι, ενώ ο τ. άρνη κατά το συνών. αρνησιά].

Greek Monotonic

ἄρνα: βλ. ἀρνός.

Russian (Dvoretsky)

ἄρνα: acc. к *ἀρήν.