Ἀνάκεια
From LSJ
Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)
English (LSJ)
ων, τά, festival of the Dioscuri, Lys.Fr.75.3, Poll.1.37; v. Ἄνακες.
Spanish (DGE)
-ων, τά
• Alolema(s): tb. Ἀνάκια IG 22.1172.6 (IV a.C.)
Anaceas en Ática fiestas en honor de los Dioscuros, Lys.Fr.17.2.3, IG l.c., Poll.1.37. (cf. ἄναξ).
German (Pape)
[Seite 191] τά, Fest der Dioskuren, ἄνακες.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀνάκεια: -ων, τά, ἡ ἑορτὴ τῶν Διοσκούρων, Λυσ. παρὰ Διον. Ἁλ., Πολυδ. 1. 37· - «’Aνακείοις· Διοσκόρων ἑορτὴ τὰ Ἀνάκεια» Ἡσύχ., ἴδε ἐν λ. Ἄνακες.