ἐγκυλίνδησις
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
English (LSJ)
-εως, ἡ, rolling among, ἐν πόρναις Plu.Oth.2.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
hecho o acción de revolcarse, refocilarse ἐν γυναιξὶ πόρναις Plu.Oth.2.
German (Pape)
[Seite 711] ἡ, das sich darin Herumwälzen, Plut. Oth. 2.
Russian (Dvoretsky)
ἐγκῠλίνδησις: εως ἡ досл. вращение, перен. pl., презр. общение (ἐν γυναιξὶ πόρναις Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκῠλίνδησις: -εως, ἡ, τὸ κυλινδεῖσθαι, κυλίεσθαι ἐν, τὰς ἀνοσίους ἐν γυναιξὶ πόρναις καὶ ἀκαθάρτους ἐγκυλινδήσεις Πλουτ. Ὄθων 2.
Greek Monolingual
ἐγκυλίνδησις (-εως), η (Α)
κύλισμα ανάμεσα («τὰς ἀνοσίους ἐγκυλινδήσεις ἐν γυναιξὶ πόρναις»).