ἐκζεστός

From LSJ

Οὐ δεῖ σε χαίρειν τοῖς δεδυστυχηκόσι → Nicht freut man über den sich, der im Unglück ist → Kein Mensch legt Hand an den an, der im Unglück ist

Menander, Monostichoi, 431
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκζεστός Medium diacritics: ἐκζεστός Low diacritics: εκζεστός Capitals: ΕΚΖΕΣΤΟΣ
Transliteration A: ekzestós Transliteration B: ekzestos Transliteration C: ekzestos Beta Code: e)kzesto/s

English (LSJ)

ἐκζεστόν, boiled, τευτλίον Diph. Siph. ap. Ath. 9.371a; θρῖδαξ Did. ap. Aët. 9.42; hardboiled, ᾠά Alex. Trall. 2.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
cocido, bien hervido σευτλίον Diph.Siph. en Ath.371a, ἀργῷ μαγείρῳ πάντα ἐκζεστά Aesop.Prou.146, χοιριδίων τὰς γλώσσας ... ἐκζεστὰς ... ἡτοίμασεν Vit.Aesop.G 51, θρίδακες Didymus en Aët.9.42, ὠά Alex.Trall.2.7.12.

Greek (Liddell-Scott)

ἐκζεστός: -όν, βρασμένος ἐντελῶς, βραστός, τευτλίον ἢ σευτλίον Δίφιλ. Σίφν. παρ’ Ἀθην. 371Α.

Greek Monolingual

ἐκζεστός, -ή, -όν (AM)
βραστός
αρχ.
(για αβγά) ο βρασμένος ώστε να γίνει σφιχτός.

German (Pape)

abgekocht, gesotten, Diphil. bei Ath. IX.371a.