ἐξομοίωσις

From LSJ

Ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → Every inch of his stature is grace

Theocritus, Idylls, 30.3
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξομοίωσις Medium diacritics: ἐξομοίωσις Low diacritics: εξομοίωσις Capitals: ΕΞΟΜΟΙΩΣΙΣ
Transliteration A: exomoíōsis Transliteration B: exomoiōsis Transliteration C: eksomoiosis Beta Code: e)comoi/wsis

English (LSJ)

-εως, ἡ,
A assimilation, Thphr. CP 4.3.1, Gal.7.225.
II becoming like, Ph.1.35, Plu.Per.2, Dam.Pr.341, Procl.in Ti.3.200D.

German (Pape)

[Seite 886] ἡ, die Verähnlichung, Plut. Pericl. 2 u. öfter.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de devenir semblable.
Étymologie: ἐξομοιόω.

Russian (Dvoretsky)

ἐξομοίωσις: εως ἡ тж. pl. уподобление (πρός τινα Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐξομοίωσις: -εως, ἡ, ἀφομοίωσις, Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 3, 1. ΙΙ. τὸ νὰ γεὶνῃ τις ὅμοιος, Πλουτ. Περικλ. 2, κτλ.

Greek Monotonic

ἐξομοίωσις: -εως, ἡ, εξομοίωση κάποιου με κάποιον άλλον, σε Πλούτ.

Middle Liddell

ἐξομοίωσις, εως
a becoming like, Plut.