ἐπιγώνιος

From LSJ

Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand

Menander, Monostichoi, 543
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιγώνιος Medium diacritics: ἐπιγώνιος Low diacritics: επιγώνιος Capitals: ΕΠΙΓΩΝΙΟΣ
Transliteration A: epigṓnios Transliteration B: epigōnios Transliteration C: epigonios Beta Code: e)pigw/nios

English (LSJ)

α, ον,
A at the angle, μονάδες Nicom.Ar.1.19.
II. ἐπιγώνια, τά, corner-stones or corner-columns, Aq.Ps.143(144).12.

German (Pape)

[Seite 934] in, an den Winkeln, Nicom. arithm.

Greek Monolingual

ἐπιγώνιος, -ον (Α)
1. γωνιακός («λίθον... τῇ ἐπιγωνίῳ κεφαλῇ ἁρμοζόμενον», Γρηγ. Νύσσ.)
2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ἐπιγώνια
οι ακρογωνιαίοι λίθοι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + -γών-ιος (< γωνία)].