ἐπόπτις

From LSJ

Οὐκ ἔστιν οὐδείς, ὅστις οὐχ αὑτῷ φίλος → Nemo est, amicus ipse qui non sit sibi → Den gibt es nicht, der nicht sich selber wäre Freund

Menander, Monostichoi, 407
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπόπτις Medium diacritics: ἐπόπτις Low diacritics: επόπτις Capitals: ΕΠΟΠΤΙΣ
Transliteration A: epóptis Transliteration B: epoptis Transliteration C: epoptis Beta Code: e)po/ptis

English (LSJ)

-ιδος, ἡ, fem. of ἐπόπτης, v.l. in Corn. ND 34; αἱ Ἐπόπτιδες, title of a book by Soranus, Plin. HN Praef. 33.

German (Pape)

[Seite 1009] ἡ, fem. zu ἐπόπτης, die Aufseherinn, Phurnut.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπόπτις: -ιδος, ἡ, θηλ. τοῦ ἐπόπτης, Κορνοῦτ. π. Θ. Φύσ. 34· αἱ Ἐπόπτιδες, ὄνομα βιβλίου τινὸς ὑπὸ Σωρανοῦ, Πλίν. ἐν Προοιμ. περὶ τὸ τέλ. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 196.