ἐχιδνοφαγία

From LSJ

Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us

Apollonius of Rhodes, Argonautica, 3.1129f.
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐχιδνοφᾰγία Medium diacritics: ἐχιδνοφαγία Low diacritics: εχιδνοφαγία Capitals: ΕΧΙΔΝΟΦΑΓΙΑ
Transliteration A: echidnophagía Transliteration B: echidnophagia Transliteration C: echidnofagia Beta Code: e)xidnofagi/a

English (LSJ)

ἡ, eating of vipers, Dsc.Eup.1.227.

German (Pape)

[Seite 1126] ἡ, das Essen von Nattern, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ἐχιδνοφαγία: ἡ, τὸ ἐσθίειν ἐχίδνας, Διοσκ. 1. 234.

Greek Monolingual

ἐχιδνοφαγία, ἡ (Α)
το να τρώει κάποιος έχιδνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < έχιδνα + -φαγία (< -φαγος < θ. φαγ- του αορ. β' έ-φαγ-ον του ρ. εσθίω), πρβλ. αεροφαγία, πολυφαγία].