ἑπταήμερος

From LSJ

Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir

Menander, Monostichoi, 190
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἑπταήμερος Medium diacritics: ἑπταήμερος Low diacritics: επταήμερος Capitals: ΕΠΤΑΗΜΕΡΟΣ
Transliteration A: heptaḗmeros Transliteration B: heptaēmeros Transliteration C: eptaimeros Beta Code: e(ptah/meros

English (LSJ)

ἑπταήμερον, lasting seven days, D.C.76.1.

German (Pape)

[Seite 1012] siebentägig, ἑορτή D. Cass. 76, 1.

Greek (Liddell-Scott)

ἑπταήμερος: -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑπτὰ ἡμερῶν ἢ διαρκῶν ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρας, Δίων Κ. 76. 1˙ πρβλ. ἑπτήμερος.

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἑπταήμερος, -ον)
αυτός που διαρκεί επτά ημέρες
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το επταήμερο
χρονικό διάστημα επτά ημερών
μσν.
ηλικίας επτά ημερών.