ἔρευθος

From LSJ

αἵματος κρατῆρα πολιτικοῦ στῆσαιserve up a big bowl of citizen blood

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔρευθος Medium diacritics: ἔρευθος Low diacritics: έρευθος Capitals: ΕΡΕΥΘΟΣ
Transliteration A: éreuthos Transliteration B: ereuthos Transliteration C: erefthos Beta Code: e)/reuqos

English (LSJ)

εος, τό, redness, flush, Hp.Epid.1.26. έ, Plu.2.48c; of dye, A.R.1.726; (ἡδονὴ) ἔρευθος εἰργασμένη with painted cheeks, Ph.2.266.

German (Pape)

[Seite 1026] τό, die Röthe, das Erröthen, προσώπου, Hippocr.; Ap. Rh. 1, 726 u. öfter; Plut. u. a. Sp.

French (Bailly abrégé)

ion. -εος, att. -ους (τό) :
rougeur.
Étymologie: cf. ἐρεύθω.

Russian (Dvoretsky)

ἔρευθος: εος τό краснота Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἔρευθος: -εος, τό, ἐρυθρότης, «κοκκινάδα», Ἱππ. Ἐπιδημ. τὸ Α΄, 979, Πλούτ. 2. 48C· ἐπὶ χρώματος, ἢ κεῖνο μεταβλέψειας ἔρευθος Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 726.

Greek Monolingual

ἐρευθος, τὸ (Α) ερεύθω
1. ερύθημα, ερυθρότητα, κοκκινάδαἔρευθος προσώπου», Ιπποκρ.)
2. το ερυθρό χρώμα, η βαφή.