ἡμίειλος

From LSJ

τούτοις οὐκ ἔστι κοινὴ βουλή → they have no common ground of argument, they have no common agenda

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἡμίειλος Medium diacritics: ἡμίειλος Low diacritics: ημίειλος Capitals: ΗΜΙΕΙΛΟΣ
Transliteration A: hēmíeilos Transliteration B: hēmieilos Transliteration C: imieilos Beta Code: h(mi/eilos

English (LSJ)

ἡμίειλον, (εἵλη) half-exposed to the sun, Thphr. HP 3.23.1.

German (Pape)

[Seite 1167] od. ἡμίηλος, halb gesinnt, halb getrocknet, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ἡμίειλος: -ον, (εἵλη) κατὰ τὸ ἥμισυ εἰς τὸν ἥλιον ἐκτεθειμένος, Θεόφρ. Ι. Φ. 3. 23, 1.

Greek Monolingual

ἡμίειλος, -ον (η γρφ
ημίηλος εσφ.) (Α)
ο εκτεθειμένος κατά το ήμισυ στον ήλιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -ειλος (< εἵλη «ηλιακή θερμότητα», πρβλ. εύειλος, πρόσειλος].