ἱεροστάτης

From LSJ

αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱεροστάτης Medium diacritics: ἱεροστάτης Low diacritics: ιεροστάτης Capitals: ΙΕΡΟΣΤΑΤΗΣ
Transliteration A: hierostátēs Transliteration B: hierostatēs Transliteration C: ierostatis Beta Code: i(erosta/ths

English (LSJ)

[ᾰ], ου, ὁ, governor of the temple, LXX 1 Es.7.2.

Greek (Liddell-Scott)

ἱεροστάτης: ᾰ, ου, ὁ, ὁ ἐπιστάτης, ἐπιμελητὴς ἱερῶν ἔργων ἢ τοῦ ἱεροῦ, Ἑβδ. (Α΄, Ἔσδρ. Ζ΄, 2).

Greek Monolingual

ἱεροστάτης, ὁ (Α)
επιστάτης ιερών έργων ή επιμελητής του ναού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο)- + -στάτης (< ίστημι), πρβλ. επιστάτης, χοροστάτης].