ἱμερόπνους

From LSJ

Θεῷ μάχεσθαι δεινόν ἐστι καὶ τύχῃ → Obsistere est difficile fortunae et deo → Mit Gott zu kämpfen ist gefährlich und dem Glück

Menander, Monostichoi, 247
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱμερόπνους Medium diacritics: ἱμερόπνους Low diacritics: ιμερόπνους Capitals: ΙΜΕΡΟΠΝΟΥΣ
Transliteration A: himerópnous Transliteration B: himeropnous Transliteration C: imeropnous Beta Code: i(mero/pnous

English (LSJ)

πνουν, breathing sweetness, BMus. Inscr.1084.

Greek Monolingual

ἱμερόπνους, -ουν (Α)
αυτός που εμπνέει τον πόθο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἵμερος + -πνους (< -πνοος < πνοή < πνέω), πρβλ. ηδύπνους].