ὀξυγένειος

From LSJ

Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei

Menander, Monostichoi, 148
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀξῠγένειος Medium diacritics: ὀξυγένειος Low diacritics: οξυγένειος Capitals: ΟΞΥΓΕΝΕΙΟΣ
Transliteration A: oxygéneios Transliteration B: oxygeneios Transliteration C: oksygeneios Beta Code: o)cuge/neios

English (LSJ)

ὀξυγένειον, with pointed chin, Poll.4.145.

German (Pape)

[Seite 352] mit scharfem, spitzem Kinn, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ὀξῠγένειος: -ον, ὁ ἔχων ὀξὺ τὸ γένειον, ἢ ὀξεῖαν τὴν κάτω σιαγόνα, Πολυδ. Δʹ, 145.

Greek Monolingual

ὀξυγένειος, -ον (Α) οξύγενυς
αυτός που έχει μυτερό σαγόνι ή μυτερό γένι, μούσι.