ὁμοιόκριθος

From LSJ

Δοῦλος γεγονὼς ἑτέρῳ <γε> δουλεύειν φοβοῦ → Servire in servitute servo alii time → Als Sklave wolle keinem Sklaven Sklave sein

Menander, Monostichoi, 138
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁμοιόκρῑθος Medium diacritics: ὁμοιόκριθος Low diacritics: ομοιόκριθος Capitals: ΟΜΟΙΟΚΡΙΘΟΣ
Transliteration A: homoiókrithos Transliteration B: homoiokrithos Transliteration C: omoiokrithos Beta Code: o(moio/kriqos

English (LSJ)

ὁμοιόκριθον, resembling barley, Thphr. HP 8.1.1,8.9.2.

German (Pape)

[Seite 335] der Gerste ähnlich, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ὁμοιόκρῑθος: -ον, κριθῇ ὅμοιος, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 8. 1, 1.

Greek Monolingual

ὁμοιόκριθος, -ον (Α)
αυτός που μοιάζει με κριθάρι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ομοι(ο)- + -κριθος (< κριθή «κριθάρι»), πρβλ. ισόκριθος].