ὕγρανσις
From LSJ
Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
English (LSJ)
-εως, ἡ, wetting, watering, cited by Gal. (4.792) from Arist. (PA 650b23, where ὑγρότης is in our text), Alex.Aphr.Pr.1.90; freq. in Gal., 10.469, 11.740, al.
Greek (Liddell-Scott)
ὕγρανσις: ἡ, τὸ ὑγραίνειν, ὑγρασία, μνημονευόμενον ὑπὸ τοῦ Γαληνοῦ ἐκ τοῦ Ἀριστ. (παρ’ ᾧ ἐν τῷ νῦν κειμένῳ ὑπάρχει ὑγρότης), Achmes Ὀνειροκρ. 188.
German (Pape)
ἡ, das Benetzen, Anfeuchten, Sp.