Cyzicus
Ἡ πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart
English > Greek (Woodhouse)
Κύζικος ἡ.
man of Cyzicus: Κυζικηνός, ὁ.
of Cyzius, adj.: Κυζικηνικός (Ar.). Κυζικηνός.
Latin > French (Gaffiot 2016)
(1) Cȳzicus, ī, m. (Κύζικος), Cyzique [héros qui donna son nom à la ville de Cyzique] : Mela 1, 98.
(2) Cȳzĭcus¹⁴ (-ŏs), ī, f. et Cȳzĭcum, ī, n., Cyzique [ville de Mysie] : Prop. 3, 22, 1 ; Plin. 5, 132. acc. -ŏn Ov. Tr. 1, 10, 29.
Latin > German (Georges)
Cyzicus u. -os, ī, f. (Κύζικος) u. Cyzicum, ī, n., Stadt an der Propontis, im Lande der Dolionen, u. zwar an dem nördl. Ende eines Isthmus, der die Halbinsel (od. eig. Insel) Cyzikus mit dem Festlande verbindet, der Sage nach von einem Könige der Dolionen Cyzicus, Sohn des Äneus, gegründet und benannt (dah. Aenidae urbs = Cyzicus, Val. Flacc. 3, 3 sq.), im Altertum berühmt durch Handel und die Fruchtbarkeit ihres Gebietes, auch bekannt durch den in der Nähe von Alcibiades über die Lazedämonier erfochtenen Sieg (410 v. Chr.), j. Aidindschik od. Temaschalik, Form -us, Prop. 3, 22, 1. Flor. 3, 5, 15: Form -os, Priap. 75 (76), 13. Ov. trist. 1, 10, 29 sq. (wo Akk. -on): Form - -um, Mela 1. § 98. Plin. 5, 132 u. 6, 216: Genet., Sall. hist. fr. 3, 29 (30): Akk. -um, Sall. hist. fr. 3, 17 u. 4, 61 (19). § 14. Cic. Verr. 5, 127. Nep. Timoth. 1, 3. Vell. 2, 7, 7. u. 2, 33, 1. Liv. epit. 95. Eutr. 6. 6, 3. Oros. 6, 2, 19. Vgl. J. Marquardt Cyzikus u. sein Gebiet. Berlin 1836. – Dav. Cyzicēnus, a, um (Κυζικηνός), aus Cyzikum, cyzizenisch, Vitr. u. Plin.: Adrastus C., Varro fr.: Plur. subst., Cyzicēnī, ōrum, m., die Einw. von Cyzikum, die Cyzizener, Cic. u.a.
Wikipedia EL
Η Κύζικος ήταν αρχαία μικρασιατική πόλη στη Μικρά Φρυγία (Μυσία), κοντά στην Προποντίδα. Ήταν αποικία των Μιλησίων.
Ιδρυτής της θεωρείται ο ήρωας Κύζικος, που βοήθησε στην επιτυχία της Αργοναυτικής Εκστρατείας. Η πόλη είχε αναδειχτεί μία από τις σπουδαιότερες ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, ξακουστή για την αλιεία και τους στατήρες της από ήλεκτρο, που χρησιμοποιήθηκαν πολύ μέχρι και την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου (κυζικηνοί στατήρες). Οι επιγραφές, οι περιγραφές και όλα τα ερείπια εμφανίζουν την Κύζικο ως εξαιρετικά αναπτυγμένη πόλη, πλούσια και σπουδαίο εμπορικό κέντρο. Έξω από τις ακτές της ο Αλκιβιάδης καταναυμάχησε τους Λακεδαιμόνιους το 410 π.Χ. Την εποχή της ρωμαϊκής κυριαρχίας ήταν σχεδόν ελεύθερη και στη βυζαντινή περίοδο εξακολούθησε να ακμάζει.
Τελικά καταστράφηκε από σεισμό το 943 μ.Χ. και κυριολεκτικά ισοπεδώθηκε.
Wikipedia EN
Cyzicus (/ˈsɪzɪkəs/; Ancient Greek: Κύζικος Kyzikos; Ottoman Turkish: آیدینجق, Aydıncıḳ) was an ancient town of Mysia in Anatolia in the current Balıkesir Province of Turkey. It was located on the shoreward side of the present Kapıdağ Peninsula (the classical Arctonnesus), a tombolo which is said to have originally been an island in the Sea of Marmara only to be connected to the mainland in historic times either by artificial means or an earthquake.
The site of Cyzicus, located on the Erdek and Bandırma roads, is protected by Turkey's Ministry of Culture.
Translations
ar: سيزيكوس; bg: Кизик; br: Kyzikos; ca: Cízic; de: Kyzikos; el: Κύζικος; en: Cyzicus; es: Cícico; et: Kyzikos; eu: Ziziko; fa: سیزیک; fi: Kyzikos; fr: Cyzique; he: קיזיקוס; id: Kizikos; it: Cizico; ja: キュジコス; la: Cyzicus; nl: Cyzicus; pl: Kyzikos; pt: Cízico; ro: Cizic; ru: Кизик; sh: Kizik; sl: Kizik; sr: Кизик; sv: Kyzikos; tr: Kizikos; uk: Кизик; zh: 基齐库斯