Olympic Games
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
English > Greek (Woodhouse Extra)
Ὀλύμπια, ἱερὰ Ὀλύμπια, Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες
Wikipedia EN
The ancient Olympic Games (Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες; Latin: Olympia, neuter plural: "the Olympics") were a series of athletic competitions among representatives of city-states and one of the Panhellenic Games of Ancient Greece. They were held in honor of Zeus, and the Greeks gave them a mythological origin. The first Olympic Games are traditionally dated to 776 BC. The games were held every four years, or Olympiad, which became a unit of time in historical chronologies. They continued to be celebrated when Greece came under Roman rule, 2nd century BC. Their last recorded celebration was in AD 393, under the emperor Theodosius I, but archeological evidence indicates that some games were still held after this date. The games likely came to an end under Theodosius II, possibly in connection with a fire that burned down the temple of the Olympian Zeus during his reign.
During the celebration of the games, an Olympic Truce was enacted so that athletes could travel from their cities to the games in safety. The prizes for the victors were olive leaf wreaths or crowns. The games became a political tool used by city-states to assert dominance over their rivals. Politicians would announce political alliances at the games, and in times of war, priests would offer sacrifices to the gods for victory. The games were also used to help spread Hellenistic culture throughout the Mediterranean. The Olympics also featured religious celebrations. The statue of Zeus at Olympia was counted as one of the seven wonders of the ancient world. Sculptors and poets would congregate each olympiad to display their works of art to would-be patrons.
The ancient Olympics had fewer events than the modern games, and only freeborn Greek men were allowed to participate, although there were victorious women chariot owners. As long as they met the entrance criteria, athletes from any Greek city-state and kingdom were allowed to participate. The games were always held at Olympia rather than moving between different locations as is the practice with the modern Olympic Games. Victors at the Olympics were honored, and their feats chronicled for future generations.
Wikipedia EL
Οι αρχαίοι Ολυμπιακοί αγώνες, ήταν αθλητικοί αγώνες μεταξύ αγωνιζόμενων από τις ελληνικές πόλεις της αρχαιότητας και οι σημαντικότεροι από τους πανελλήνιους αγώνες της αρχαίας Ελλάδας (οι άλλοι ήταν τα Πύθια, Νέμεα, και Ίσθμια). Διεξάγονταν στην αρχαία Ολυμπία κάθε τέσσερα έτη από το 776 π.Χ, και διοργανωνόταν έως το 392 μ.Χ. όταν ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄ τους κατάργησε οριστικά. Κατά τον 19ο αιώνα πραγματοποιήθηκαν 4 διοργανώσεις των Ολυμπίων στην Αθήνα, ως αναβίωση των αρχαίων Ολυμπιακών αγώνων. Από το 1896, οι σύγχρονοι αγώνες έγιναν διεθνείς και αναβίωσαν με την ονομασία Ολυμπιακοί Αγώνες, γνωστοί και ως θερινοί Ολυμπιακοί ενώ διεξάγονται και χειμερινοί Ολυμπιακοί αγώνες από το 1924.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες ξεκίνησαν από τους αρχαίους Έλληνες που ήθελαν να διοργανώσουν μία εκδήλωση πανελλήνιου χαρακτήρα καθώς ζούσαν χωρισμένοι και απλωμένοι σε ένα ευρύ γεωγραφικό χώρο, μη συγκροτώντας ενιαίο κράτος με τη σημερινή έννοια του όρου. Στην ιστορική λοιπον εποχή οι Ολυμπιακοί αγώνες διεξάγονταν μετά το θερινό ηλιοστάσιο, κάθε τέσσερα χρόνια. Η τετραετία αυτή ονομαζόταν «πενθετηρίς» επειδή οι αρχαίοι συμπεριλάμβαναν και τα δύο έτη της διοργάνωσης, που σημάδευαν την αρχή και το τέλος της περιόδου. Οι πενθετηρίες ονομάζονταν με τον αύξοντα αριθμό της εκάστοτε Ολυμπιάδας και χρησίμευαν ως χρονική αναφορά. Η πρώτη καταγραμμένη διοργάνωση των αγώνων ήταν στην Ολυμπία, το 776 π.Χ., δηλαδή η πρώτη πενθετηρία ξεκινά το καλοκαίρι του 775 π.Χ., σύμφωνα με το σημερινό ημερολόγιο.
Είναι σχεδόν σίγουρο ότι αυτή δεν ήταν και η πρώτη φορά που γίνονταν οι αγώνες. Τότε οι αγώνες ήταν μόνο τοπικοί και διεξαγόταν μόνο ένα αγώνισμα, η διαδρομή του σταδίου. Ο αρχαίος περιηγητής Παυσανίας μνημονεύει τους κατοίκους της Ήλιδας, οι οποίοι από τα πανάρχαια χρόνια είχαν κτίσει ναό προς τιμή του Κρόνου. Κατά την μυθική παράδοση, όταν γεννήθηκε ο Δίας, οι Ιδαίοι Δάκτυλοι ήρθαν από την Κρήτη στην Ήλιδα και έκαναν αγώνα δρόμου για το βρέφος Δία. Ο μεγαλύτερος από αυτούς, ο Ηρακλής (όχι ο συνώνυμος ήρωας), έβαλε τους άλλους αδερφούς του, τον Παιωναίο, τον Επιμήδη, τον Ιάσιο και τον Ίδα να τρέξουν, και μετά τη λήξη των αγώνων, ο Ιδαίος Ηρακλής στεφάνωσε τους νικητές με κλαδί άγριας ελιάς, ένα δέντρο που είχε φέρει από την χώρα των Υπερβορείων. Η μυθική αυτή παράδοση έχει γίνει απόπειρα να χρονολογηθεί στα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ..
Σύμφωνα με τον ίδιο μύθο, ο Ιδαίος Ηρακλής ήταν εκείνος που έδωσε το όνομα Ολύμπια στους αγώνες αυτούς. Σύμφωνα με έναν άλλο μύθο, στην τοποθεσία αυτή πάλεψε ο ίδιος ο Δίας με τον Κρόνο για την εξουσία της Γης, ενώ ένας τρίτος μύθος συμπληρώνει ότι μετά την μάχη αυτή, διεξάχθηκαν οι πρώτοι Ολυμπιακοί αγώνες προς τιμήν και εορτασμό της έκβασης της μάχης και της νίκης του Ολύμπιου Δία. Στους αγώνες αυτούς πήραν μέρος οι Ολύμπιοι θεοί, και μάλιστα ο Απόλλων νίκησε τον Ερμή και τον Άρη στο τρέξιμο και την πυγμαχία αντίστοιχα. Αυτά σύμφωνα με τον Παυσανία.
Από τότε, κατά την παράδοση, πέρασαν πολλά χρόνια, ώσπου ο Κλύμενος, απόγονος του Ιδαίου Ηρακλή, πενήντα χρόνια μετά τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα εγκαταστάθηκε στην Ολυμπία. Ο Κλύμενος έγινε βασιλιάς και επανίδρυσε τους Ολυμπιακούς αγώνες. Νικήθηκε όμως από τον Ενδυμίωνα γιό του Αέθλιου, ο οποίος με την σειρά του ανέβηκε στον θρόνο. Ο γιος του Ενδυμίωνα έκανε με την Σελήνη πενήντα κόρες, οι οποίες από τότε αντιπροσωπεύουν τους πενήντα μήνες (πενήντα σελήνες, ή φεγγάρια) που σχηματίζουν την εορταστική πενθετηρίδα, και γι' αυτό οι Ολυμπιακοί αγώνες διεξάγονταν κάθε τέσσερα χρόνια. Ο Ενδυμίων όρισε έναν αγώνα δρόμου με βραβείο τον θρόνο. Στον αγώνα αυτό πήραν μέρος οι τρεις γιοί του, ο Παίων, ο Επειός και ο Αιτωλός. Νίκησε ο Επειός, ο οποίος παραχώρησε το βραβείο στον γιο του και ονοματοδότη της περιοχής της Ήλιδας, τον Ηλείο. Την ίδια εποχή, στην κοντινή Πίσα κυβερνούσε ο, αιτωλικής καταγωγής, βασιλιάς Οινόμαος. Πιθανώς οι Ολυμπιακοί αγώνες της εποχής αυτής να διοργανώνονταν βάση της Ολυμπιακής εκεχειρίας, μιας συμφωνίας ειρήνης που είχαν κλείσει ο Ίφιτος από την Ήλιδα, ο Λυκούργος από την Σπάρτη και ο Κλεοσθένης από την Πίσα, αφού σύμφωνα με τον Παυσανία, η συμφωνία αυτή φυλασσόταν στον ναό της Ήρας στην Ολυμπία. Η ιερή εκεχειρία όριζε σε όλες τις ελληνικές πολιτείες τη μη κατάκτηση της Ολυμπίας αλλά και τη διακοπή κάθε πολεμικής εχθροπραξίας όταν άρχιζε η περίοδος των αγώνων. Μόλις έμπαινε ο μήνας των αγώνων, την εκεχειρία αυτή τη διαλαλούσαν σε όλους τους ελληνικούς δήμους ειδικοί κήρυκες που τους όριζαν οι επιμελητές του ιερού της Ηλείας.
Translations
Afrikaans: Olimpiese Spele; Arabic: أَلْعَاب أُولِمْبِيَّة, أُولِمْبِيَّة; Aragonese: Chuegos Olimpicos; Armenian: օլիմպիական խաղեր; Asturian: Xuegos Olímpicos; Azerbaijani: Olimpiya oyunları; Banyumasan: Olimpiade; Basque: Olinpiar Jokoak; Belarusian: Алімпі́йскія гу́льні; Bengali: অলিম্পিক গেমস, অলিম্পিক্স; Breton:'hoarioù Olimpek; Bulgarian: Олимпи́йски и́гри; Burmese: အိုလံပစ်, အိုလံပစ် အားကစားပွဲတော်; Catalan: Jocs Olímpics; Chinese Cantonese: 奧林匹克運動會, 奥林匹克运动会, 奧運會, 奥运会; Mandarin: 奧林匹克運動會, 奥林匹克运动会, 奧運會, 奥运会, 奧林匹克, 奥林匹克; Min Nan: Olympia Ūn-tōng-hoē; Czech: olympijské hry; Danish: Olympiske lege; Dhivehi: އޮލީމްޕީކްސް; Dutch: Olympische Spelen; Esperanto: Olimpiaj ludoj; Estonian: Nüüdisaegsed olümpiamängud; Faroese: olympiskir leikir, OL; Finnish: Olympialaiset, olympiakisat; French: Jeux olympiques; Middle French: jeux Olympiques; Galician: Xogos Olímpicos; Georgian: ოლიმპიური თამაშები; German: Olympische Spiele, Olympiade; Greek: Ολυμπιακοί Αγώνες; Hebrew: הַמִשְׂחָקִים הַאוֹלִימְפִּיִּים; Hindi: ओलम्पिक खेल, ओलंपिक, ओलंपिक खेल; Hungarian: olimpiai játékok; Icelandic: Ólympíuleikar; Indonesian: Olimpiade, Pertandingan Olimpiade; Interlingua: Jocos Olympic; Irish: Cluichí Oilimpeacha; Italian: giochi olimpici; Japanese: オリンピック, オリンピック競技大会, 五輪; Kannada: ಒಲಂಪಿಕ್ ಕ್ರೀಡಾಕೂಟ; Kazakh: Олимпиада ойындары; Khmer: កីឡាអូឡាំពិក; Korean: 올림픽 경기, 올림픽; Kyrgyz: Олимпиада; Lao: ກີລາແຫລມທອງ; Latin: Olympia; Latvian: Olimpiskās spēles; Limburgish: Olympische Speule; Lithuanian: Olimpinės žaidynės; Luxembourgish: Olympesch Spiller; Macedonian: Олимпи́ски игри; Malay: Sukan Olimpik; Malayalam: ഒളിമ്പിക്സ്; Maltese: Logħob Olimpiku; Maori: Ngā Taumāhekeheke o Te Ao; Marathi: ऑलिंपिक; Mongolian: Олимпийн наадам; Navajo: ahąą honinééh; Norman: Gammes Olŷmpiques, Gammes Olympiques; Norwegian: Olympiske leker; Nynorsk: Olympiske leikar; Persian: بازیهای المپیک; Piedmontese: Gieugh olìmpich; Polish: Igrzyska olimpijskie; Portuguese: Jogos Olímpicos, Olimpíadas; Quechua: Ulimpiku pukllaykuna; Romanian: Jocuri Olimpice, Olimpiadă; Russian: Олимпи́йские и́гры, олимпиа́да; Samoan: Ta'aloga Olimipeka; Serbo-Croatian Cyrillic: Олимпијске игре; Roman: Olimpijske igre; Sicilian: Jòcura Olìmpici; Slovak: Olympijské hry; Slovene: Olimpijske igre; Spanish: Juegos Olímpicos; Swahili: Michezo ya Olimpiki; Swedish: Olympiska Spelen; Tagalog: palarong olimpiko; Tajik: Бозиҳои Олимпӣ; Tamil: ஒலிம்பிக் விளையாட்டுக்கள்; Tatar: Олимпия уеннары; Telugu: ఒలింపిక్ క్రీడలు; Thai: กีฬาโอลิมปิก; Turkish: Olimpiyat Oyunları; Turkmen: olimpiada oýunlary; Ukrainian: Олімпі́йські і́гри; Urdu: اولمپکس; Uzbek: Olimpiya oʻyinlari; Venetian: Xoghi Ołinpeghi; Vietnamese: Thế vận hội; Volapük: lepleds lümpik, Lepleds Lümpik; Võro: olümpiamängoq; Waray-Waray: pauyag olimpiko; Welsh: Gemau Olympaidd; West Frisian: Olympyske Spullen; Yoruba: Idije Olympiki