resbaloso
From LSJ
Λογισμός ἐστι φάρμακον λύπης μόνος → Ratio remedium est unum maestitudinis → Vernunft allein heilt Menschen von der Traurigkeit
Spanish > Greek
ἀκροσφαλής, ἀρισφαλής, γλίσχρος, γλοιάς, γλοίης, γλοιός, εὐαποκύλιστος, εὐαπόφυκτος, εὐόλισθος, ἰξώδης, καταρρυής, μάσθλης, ὀλιβρός, ὀλισθήεις, ὀλισθηρός, ὀλισθητικός, ὄλισθος, περισφαλής, σφαλερός