ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met
Ar. and P. λεπτός; see thin.
δεξιός, κερδαλέος, κερδαλεόφρων, κομψός, πανοῦργος, ποικίλος, πολύϊδρις, πολυκερδής, προμηθικῶς, πυκνός, σοφός