Γυναικὶ κόσμος ὁ τρόπος, οὐ τὰ χρυσία → Non ornat aurum feminam at mores probi → Die Art schmückt eine Frau, nicht güldenes Geschmeid
P. and V. ἀθλίως, οἰκτρῶς, V. τλημόνως.
unfortunately: P. and V. δυστυχῶς, V. δυσπότμως.
dejectedly: P. ἀθύμως (Xen.), δυσθύμως (Plato).
grievously: P. and V. λυπηρῶς, ἀλγεινῶς, πικρῶς, ἀνιαρῶς (Xen.), V. λυπρῶς.