ὥσπερ ἀνέµου 'ξαίφνης ἀσελγοῦς γενοµένου → just as when a wind suddenly turns foul, just as when a wind suddenly turns nasty
επίρρ. (Α ἀμαχητὶ) ἀμάχητοςδίχως μάχη, δίχως χρήση όπλων και βίαςνεοελλ.δίχως αντίσταση, δίχως αντίρρηση.