ανάθεση
From LSJ
τοῦ εἰδέναι χάριν ἡ πραγματεία → knowledge is the object of our inquiry, the aim of our investigation is knowledge
τοῦ εἰδέναι χάριν ἡ πραγματεία → knowledge is the object of our inquiry, the aim of our investigation is knowledge
η (Α ἀνάθεσις) ἀνατίθημι
νεοελλ.
το να αφήνει κανείς σε άλλον την εκτέλεση ή τη φροντίδα για κάτι, επιφόρτιση, εντολή για εκτέλεση μιας πράξης
αρχ.
προσφορά αναθήματος, αφιέρωση αναθήματος σε ναό.