Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αναλώνω

From LSJ

Δύο γὰρ, ἐπιστήμη τε καὶ δόξα, ὧν τὸ μὲν ἐπίστασθαι ποιέει, τὸ δὲ ἀγνοεῖν → Two different things are science and belief: the one brings knowledge, the other ignorance

Hippocrates

Greek Monolingual

(Μ ἀναλώνω) [ἀναλῶ Ι]
για νεοελλ. σημ. βλ. ἀναλίσκω
μσν.
1. κυριεύω
2. φονεύω
3. καταστρέφω
4. καταργώ, διαγράφω.