αποκνώ

From LSJ

εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun

Source

Greek Monolingual

ἀποκνῶ (-έω) (Α) οκνώ
1. αποφεύγω κάτι από φόβο, αναβάλλω από δειλία
2. διστάζω να κάνω κάτι, οπισθοχωρώ.