Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
[Seite 464] donnerartig, Or. Sib.
βροντηδόν: ἐπίρρ., ὡς βροντή, Χρησμ. Σιβύλλ. 5345.
adv. como un trueno ἔσται ... β. κελάδημα Orac.Sib.5.345.
βροντηδόν (AM) βροντή
επίρρ. σαν βροντή, βροντερά.