γεωκεντρικός

From LSJ

οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθ' ὁ πλοῦς → it's not for every man to make a journey to Corinth, not everyone can afford a trip to Corinth

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό
1. αυτός που αναφέρεται στη γη ως κέντρο του κόσμου
2. φρ. «γεωκεντρικό σύστημα» — το σύστημα που θεωρεί τη γη ως κέντρο του σύμπαντος.