δαιτυμονεύς

From LSJ

Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δαιτῠμονεύς Medium diacritics: δαιτυμονεύς Low diacritics: δαιτυμονεύς Capitals: ΔΑΙΤΥΜΟΝΕΥΣ
Transliteration A: daitymoneús Transliteration B: daitymoneus Transliteration C: daitymoneys Beta Code: daitumoneu/s

English (LSJ)

Ep. gen. ῆος, ὁ, = δαιτυμών (one that is entertained, guest), Nonn. D. 2.666.

Spanish (DGE)

(δαιτῠμονεύς) -έως
1 convidado χθονίου δείπνοιο θεοὺς ἔχε δαιτυμονῆας Nonn.D.2.666, cf. Par.Eu.Io.4.50.
2 devorador ἥπατος ἡβώοντος ἀφειδέα δαιτυμονῆα Nonn.D.2.577.

German (Pape)

[Seite 516] ὁ, Schmauser, Nonn. D. 2, 666.

Greek (Liddell-Scott)

δαιτῠμονεύς: Ἐπικ. γεν. -ῆος, ὁ, = δαιτυμών, Νόνν. Δ. 2. 666.

Greek Monolingual

δαιτυμονεύς, ο (Α)
ο δαιτυμών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρεκτεταμένος τ. του δαιτυμών με το επίθημα -εύς (πρβλ. ηγεμών ηγεμονεύς)].