Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλος → Life is not worth living if you do not have at least one friend.
ο (ΑΜ ἱλασμός) ιλάσκομαι
νεοελλ.
1. εξιλέωση, εξευμενισμός
2. συγχώρηση, άφεση, χάρη
3. εξαγνισμός, καθαρμός
αρχ.
1. εξιλεωτική ποινή, ιλαστήρια προσφορά
2. στον πληθ. οἱ ἱλασμοί
μέσο εξιλέωσης.