Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ιλασμός

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22

Greek Monolingual

ο (ΑΜ ἱλασμός) ιλάσκομαι
νεοελλ.
1. εξιλέωση, εξευμενισμός
2. συγχώρηση, άφεση, χάρη
3. εξαγνισμός, καθαρμός
αρχ.
1. εξιλεωτική ποινή, ιλαστήρια προσφορά
2. στον πληθ. οἱ ἱλασμοί
μέσο εξιλέωσης.