Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ιλασμός

From LSJ

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d

Greek Monolingual

ο (ΑΜ ἱλασμός) ιλάσκομαι
νεοελλ.
1. εξιλέωση, εξευμενισμός
2. συγχώρηση, άφεση, χάρη
3. εξαγνισμός, καθαρμός
αρχ.
1. εξιλεωτική ποινή, ιλαστήρια προσφορά
2. στον πληθ. οἱ ἱλασμοί
μέσο εξιλέωσης.