Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κάμερα

From LSJ

Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten

Menander, Monostichoi, 432

Greek Monolingual

(I)

βλ. κάμαρα.
(II)

κινηματογραφική ή τηλεοπτική μηχανή λήψεως εικόνων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. (movie) camera < λατ. camera «αψίδα, θόλος»].