καταπιθανεύομαι
From LSJ
ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.
English (LSJ)
use probable arguments, S.E.M.8.324.
Russian (Dvoretsky)
καταπῐθᾰνεύομαι: убедительно говорить, пользоваться убедительными доводами Sext.
Greek (Liddell-Scott)
καταπῐθᾰνεύομαι: ἀποθ., πιθανὰ λέγω, μεταχειρίζομαι πιθανὰ ἐπιχειρήματα, τὸ κ. ἐκ τῶν εἰκότων ἐπισπᾶσθαι τὴν διάνοιαν εἰς συγκατάθεσιν Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 8. 324.
Greek Monolingual
καταπιθανεύομαι (Α)
(αποθ.) μεταχειρίζομαι πιθανά επιχειρήματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + πιθανεύομαι (< πιθανός)].