κατωβλεπούσα
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
Greek Monolingual
η
η χαμηλοβλεπούσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + -βλεπούσα (< βλέπω), πρβλ. αγγελοβλεπούσα, χαμηλοβλεπούσα].