κρεοθήκη

From LSJ

Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρεοθήκη Medium diacritics: κρεοθήκη Low diacritics: κρεοθήκη Capitals: ΚΡΕΟΘΗΚΗ
Transliteration A: kreothḗkē Transliteration B: kreothēkē Transliteration C: kreothiki Beta Code: kreoqh/kh

English (LSJ)

ἡ, larder, Hsch. s.v. κρήϊνον.

Greek (Liddell-Scott)

κρεοθήκη: ἡ, τόπος πρὸς ἐναπόθεσιν κρέατος, Ἡσύχ. ἐν λέξ. κρήϊνον· ἴδε ἐν λέξ. κρεω-.

Greek Monolingual

κρεοθήκη, ἡ (Α)
μέρος όπου φυλάγεται το κρέας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρε(ο)- + -θήκη (< τίθημί), πρβλ. βιβλιοθήκη, πινακοθήκη.