κρύβηλος

From LSJ

ἔστι δίκης ὀφθαλμός ὃς τά πανθ' ὁρᾶ → there is an eye of justice that sees everything, all-seeing justice

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρύβηλος Medium diacritics: κρύβηλος Low diacritics: κρύβηλος Capitals: ΚΡΥΒΗΛΟΣ
Transliteration A: krýbēlos Transliteration B: krybēlos Transliteration C: kryvilos Beta Code: kru/bhlos

English (LSJ)

κρύβηλον, hidden, Hsch.:—also κρυβ-ήτης, ου, ὁ, one hidden in the earth, and κρυβ-ήσια, τά, = νεκύσια, Id.

Greek Monolingual

κρύβηλος, -ον (Α)
(κατά τον Ησύχ.) κρυμμένος, κρυπτός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κρυβ-, άλλη μορφή του θ. κρυπτ- του κρύπτω, αναλογική προς το επίρρ. κρύβδην, + κατάλ. -ηλος (πρβλ. κίβδηλος, κορύμβηλος)].