κυνάρα

From LSJ

Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε, μὴ καθυστέρει → Cura hospitalis esse nec in hoc sis piger → Sei stets auf Gastfreundschaft bedacht und säume nicht

Menander, Monostichoi, 396
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῠνάρα Medium diacritics: κυνάρα Low diacritics: κυνάρα Capitals: ΚΥΝΑΡΑ
Transliteration A: kynára Transliteration B: kynara Transliteration C: kynara Beta Code: kuna/ra

English (LSJ)

[ᾰρ], ἡ, = κινάρα, S.Fr.348, cf. Scyl. or Polemoap.Ath.2.70c, Gal.6.636; ἄκανθα κυνάρα Hecat.291 J.:—also κύναρος ἄκανθα S.Fr.718 (expl. as = κυνόσβατος by Did. ap. Ath.l.c.).

German (Pape)

ἄκανθα, = κυνόσβατος od. κινάρα, Soph. und A. bei Ath. II.70a.

Russian (Dvoretsky)

κῠνάρα: (νᾰ) ἡ Soph. = κυνάκανθα.

Greek (Liddell-Scott)

κυνάρα: ἡ, πιθανῶς = κυνόσβατος, ἢ ἴσως τὸ αὐτὸ καὶ κινάρα (ἴδε παρ’ Ἀθην. 70Α), Σοφ. Ἀποσπ. 318, Σκύλ. παρ’ Ἀθην. 70C· καλουμένη καὶ κύναρος ἄκανθα, Ἑκαταῖ. 172, Σοφ. Ἀποσπ. 643.

Greek Monolingual

η (Α κυνάρα)
βλ. κινάρα.