λαπτυήρ

From LSJ

εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λαπτυήρ Medium diacritics: λαπτυήρ Low diacritics: λαπτυήρ Capitals: ΛΑΠΤΥΗΡ
Transliteration A: laptyḗr Transliteration B: laptyēr Transliteration C: laptyir Beta Code: laptuh/r

English (LSJ)

σφοδρῶς πτύων, Hsch.

Greek Monolingual

λαπτυήρ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «σφοδρῶς πτύων».
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτατικό μόριο λα- + -πτυήρ (πιθ. < θ. πτυ- του πτύω + επίθημα -ήρ). Κατ' άλλους, η λ. είναι άλλος τ. του λαι-πύηρον].