μνημοδόχος

From LSJ

αὐτόματοι δ' ἀγαθοὶ ἀγαθῶν ἐπὶ δαῖτας ἴασιautomatically do the noble go to the feasts of the noble

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μνημοδόχος Medium diacritics: μνημοδόχος Low diacritics: μνημοδόχος Capitals: ΜΝΗΜΟΔΟΧΟΣ
Transliteration A: mnēmodóchos Transliteration B: mnēmodochos Transliteration C: mnimodochos Beta Code: mnhmodo/xos

English (LSJ)

ὁ, recorder, CIG4316f (Arycanda).

Greek (Liddell-Scott)

μνημοδόχος: ὁ, ὁ ὑπομνηματογράφοςὑπομνηματοφύλαξ, Συλλ. Ἐπιγρ. (προσθῆκαι) 4316f.

Greek Monolingual

μνημοδόχος, ὁ (Α)
υπομνηματογράφος ή υπομνηματοφύλακας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μνήμη + -δόχος (< δέχομαι), πρβλ. ξενοδόχος].