ξελέω
From LSJ
πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention
1. ανακαλώ όσα είπα, αναιρώ τα λόγια μου
2. φρ. «λέω και ξελέω» — αλλάζω γνώμη, δεν είμαι συνεπής («δεν τον εμπιστεύομαι, γιατί λέει και ξελέει»).